H οικολογική, οικονομική και κοινωνική κρίση, συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους και θα έπρεπε να τις βλέπουμε σαν ξεχωριστές εκδηλώσεις ενός προβληματικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος: του καπιταλισμού. Οι βιομηχανικοί ρυθμοί ραγδαίας αύξησης της παραγωγής σε συνδυασμό με την αντίληψη του ότι τα πάντα μπορούν να θυσιαστούν στο βωμό της μεγιστοποίησης του κέρδους, καταστρέφουν τη δυνατότητα της φύσης να συγκρατεί την οικολογική αποσταθεροποίηση. Την ίδια στιγμή, η μορφή του ιμπεριαλισμού, γνωστή ως παγκοσμιοποίηση καταστρέφει τις κοινωνίες από τα θεμέλιά τους. Η ανάγκη του καπιταλισμού να επεκτείνει διαρκώς την κερδοφορία του, καταστρέφει τη φύση, σπαταλά τους φυσικούς πόρους και οδηγεί σε ένα μέλλον όπου δεν θα μπορεί να υπάρχει κανενός είδους ανάπτυξη, καπιταλιστική, σοσιαλιστική ή άλλη.
Το κεφάλαιο χρησιμοποιεί τους ανθρώπους ως εργατική δύναμη και όσους δεν χρειάζεται τους περιθωριοποιεί ή ακόμη και τους οδηγεί σε αναγκαστική φυσική εξόντωση (αφού έχει προηγηθεί η οικονομική, πολιτική, πολιτιστική, κοινωνική). Βασικά εργαλεία αυτής της πρακτικής, είναι η πολιτιστική ομοιογένεια – ισοπέδωση, η μαζική κατανάλωση, η αποπολιτικοποίηση, η πνευματική πενία και ο εγωκεντρισμός.
Οι τοπικοί ηγέτες του κόσμου, έχουν αναλάβει το έργο της καταστολής των κινημάτων αντίδρασης και την ωραιοποίηση της κατάστασης. Ακόμα και οι διεθνείς Οργανισμοί, λειτουργούν ώστε να εξασφαλίζουν την κυριαρχία των ισχυρών δυνάμεων της Δύσης, να υπονομεύουν την αυτονομία των χωρών της καπιταλιστικής περιφέρειας και να εξαναγκάζουν όλους σε μια κούρσα εξοπλισμών, δανείων και πολιτικών συναλλαγών, με τους λαούς πάντα στο περιθώριο.
Ο Καπιταλισμός δεν μπορεί να ρυθμίσει και να ξεπεράσει τις κρίσεις που ο ίδιος προκαλεί. Δεν μπορεί να σταματήσει την οικολογική κρίση επειδή, για να το κάνει, θα έπρεπε να θέσει όρια στη συσσώρευση των κερδών. Επίσης δεν μπορεί να σταματήσει την κρίση των διεθνών εντάσεων γιατί τότε θα έχανε το ρόλο του παγκόσμιου χωροφύλακα και οι ελευθερίες προς τους λαούς θα ανέκοπταν την «ανάπτυξη». Παράλληλα, δεν μπορεί να εμποδίσει τις ολοένα και πιο σοβαρές οικονομικές κρίσεις γιατί τότε θα έχανε τη δυνατότητα της διαρκούς αφαίμαξης της οικονομίας των νοικοκυριών και θα αναγκαζόταν να υποκύψει σε πιέσεις για παροχές, αυξήσεις, άνοδο βιοτικού επιπέδου κλπ.
Ο καπιταλισμός δεν μπορεί να βελτιωθεί. Πρέπει να τον αντικαταστήσουμε με ένα άλλο σύστημα. Τον Σοσιαλισμό.
Μετά την εμπειρία των σοσιαλιστικών επαναστάσεων και κυβερνητικών σχημάτων του προηγούμενου αιώνα, οι πολίτες είναι επιφυλακτικοί σε μια τέτοια προοπτική. Ευθυνόταν όμως ο Σοσιαλισμός για τις λανθασμένες ερμηνείες του; Όχι βέβαια. Από τη στιγμή που συμφωνούμε πως πρέπει να απαλλαγούμε από τον καπιταλισμό ώστε να επιβιώσει η ανθρωπότητα (για τέτοια κρισιμότητα μιλάμε), μοναδική επιλογή είναι ο Σοσιαλισμός. Όχι όμως ο Σοσιαλισμός που γνωρίσαμε στην Ανατολική Ευρώπη και την Ασία ως «Κομμουνισμό» ούτε όπως τον είδαμε στη Δύση ως «Σοσιαλδημοκρατία». Μιλάμε για ένα Σοσιαλισμό που θα είναι ικανός να ξεπεράσει τις κρίσεις που δημιούργησε το κεφάλαιο και που θα μπορέσει να ξεπεράσει και τις κρίσεις που κατά καιρούς θα προκαλούνται στη βάση της «ανάπτυξης» και της εξέλιξης. Ένα Σοσιαλισμό που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της εποχής μας. Υπάρχει η αναγκαιότητα για ένα «Μεταβατικό Πρόγραμμα» όχι ακριβώς όπως το έθεσε ο Τρότσκι, μα όπως το προσπαθούν οι προοδευτικοί ηγέτες στη Λατινική Αμερική σήμερα. Είναι αλήθεια πως χιλιάδες άνθρωποι σε όλο τον κόσμο μπαίνουν στο επαναστατικό κίνημα, μα σκοντάφτουν στον γραφειοκρατικό μηχανισμό της ηγεσίας του κινήματος. Η ευθύνη λοιπόν των κομμάτων και των οργανώσεων της αριστεράς, του σοσιαλισμού, της οικολογίας, του κομμουνισμού, είναι πολύ μεγάλη. Ευθύνη πρακτικής, τακτικής μα και ιδεολογικών ερμηνειών και στόχων. Το όραμα δεν μπορεί να είναι οι «σοσιαλισμοί» του 20ου αιώνα. Ο σύγχρονος σοσιαλισμός πρέπει να είναι αυτός της ανθρώπινης ανάπτυξης. Μιας κοινωνίας σοσιαλιστικά και οικολογικά ανεπτυγμένης με στόχο τον μετασχηματισμό των αναγκών και τη μετατόπισή τους προς την ποιοτική διάσταση. Μιλάμε δηλαδή για τον επανακαθορισμό τόσο της οδού όσο και του στόχου της σοσιαλιστικής παραγωγής μέσα σε ένα οικολογικό πλαίσιο, με σεβασμό στα «αναπτυξιακά όρια» που είναι σημαντικά για τη βιωσιμότητα της κοινωνίας και του οικοσυστήματος.
Σε σχέση με την παραγωγή, αυτό σημαίνει έμφαση στη χρηστική αξία και παράλληλα στην οριοθέτηση προτεραιοτήτων πρόληψης και εξασφάλισης των βασικών αναγκών, απέναντι στις προτεραιότητες που βασίζονται στην ανταλλακτική αξία. Άλλωστε οι εκπτώσεις στην πρόληψη και την εξασφάλιση των βασικών αναγκών, οδηγούν στην καταστροφή, ακόμα και με καπιταλιστικά δεδομένα.
Ας μιλήσουμε ειδικότερα για την Ελλάδα: Μια καταστροφή που θα προκαλέσει για παράδειγμα ένα πετρελαιοφόρο στο Αιγαίο, δεν θα είναι μόνο οικολογική. Η Οικολογική καταστροφή καταστρέφει και την τοπική οικονομία άρα και τις τοπικές κοινωνίες. Μια σειρά από πετρελαιοκηλίδες τεραστίων διαστάσεων, θα καταστρέψουν για δεκαετίες τον τουρισμό και την αλιεία στην περιοχή, θα στερήσουν δηλαδή από αναγκαίους οικονομικούς και φυσικούς πόρους. Την ίδια στιγμή, οι εκτροπές ποταμών και η εξάντληση των υδάτων των λιμνών για πότισμα των καλλιεργειών, λύνει μόνο προσωρινά προβλήματα, δημιουργώντας πολλαπλάσια στη συνέχεια. Με τις εκτροπές ποταμών δεν λύνεται το πρόβλημα της διαρκούς ξηρασίας και της ερημοποίησης που αντιμετωπίζουν ήδη περιοχές στην Κρήτη, την Πελοπόννησο, την Αττική, την Εύβοια και αλλού (για να μη μιλήσουμε για χώρες ολόκληρες στην Αφρική, την Ασία και την Αμερική). Η καταστροφή των οικοσυστημάτων της Αράλης στο Καζαχστάν / Ουζμπεκιστάν, της Κάρλας στη Θεσσαλία , του Ασωπού στη Στερεά Ελλάδα, δεν αφορούν μόνο τους φυσιολάτρες. Στο όνομα της «ανάπτυξης» καταστράφηκαν οικοσυστήματα, αποφέροντας προσωρινά οφέλη. Αυτά όμως ήταν πολύ μικρότερα από αυτά που χάθηκαν από τη διατήρησή τους και σήμερα οι πολίτες και οι επαγγελματίες αναζητούν λύσεις αναπλήρωσης των απωλειών. Τα τελευταία χρόνια, η περιβαλλοντική υποβάθμιση, έχει μειώσει και τη ζήτηση του Ελληνικού τουριστικού προϊόντος. Η έλλειψη ελεύθερων χώρων, η άναρχη δόμηση καταλυμάτων, η καταστροφή (φυσική και αισθητική) αρχαιολογικών χώρων και παραδοσιακών οικισμών, η μόλυνση θαλασσών και ατμόσφαιρας, η επέκταση χωρίς μέτρο και σχεδιασμό λιμανιών, αεροδρομίων, τουριστικών οικισμών, η υποχώρηση του παραδοσιακού τρόπου ζωής, έχουν καταστήσει την Ελλάδα λιγότερο δημοφιλή προορισμό, ακόμα και σε αγορές που κατείχε τα πρωτεία. Τη θέση της Ελλάδας έχουν πάρει άλλες Μεσογειακές και Βαλκανικές περιοχές όπου υπήρξε μέτρο και σχεδιασμός στην ανάπτυξη. Γίνεται πλέον αντιληπτό ότι η οικολογική κατάρρευση, φρενάρει την ανάπτυξη. Αν είχαν τεθεί όρια εγκαίρως, η ανάπτυξη, ακόμα και με καπιταλιστικούς όρους, θα συνεχιζόταν απρόσκοπτα.
Στο όνομα της «ανάπτυξης» καταστρέφονται δάση, αποξηραίνονται λίμνες, δηλητηριάζονται καλλιέργειες, τροποποιούνται γενετικά οι ζωντανοί οργανισμοί, η πυρηνική ενέργεια χρησιμοποιείται αλόγιστα, νοθεύονται οι τροφές και γενικά τα πάντα εμπορευματοποιούνται εις βάρος των καταναλωτών. Ακόμα και οι καλλιέργειες, μετατρέπονται σε βιοκαύσιμα αυξάνοντας την πείνα στις υπανάπτυκτες και τις αναπτυσσόμενες χώρες.
Την κλιματική αλλαγή που προκαλεί η δραστηριότητα της οικονομίας της Αγοράς, την πληρώνουν πρώτοι απ’ όλους οι οικονομικά ασθενέστεροι οι οποίοι πλήττονται αβοήθητοι από τις καταστροφές. Οι ίδιοι επίσης οδηγούνται λόγω ανέχειας στις φτηνές μεταλλαγμένες και χαμηλής θρεπτικής αξίας τροφές, χρησιμοποιούν οικιακό εξοπλισμό ενεργοβόρο και μη ανακυκλώσιμο και γενικά εξαναγκάζονται σε μια καθημερινότητα που καταστρέφει το περιβάλλον, συμμετέχοντας στη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου. Η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την αποδυνάμωση του βιομηχανικού καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού των πλούσιων κρατών. Το ίδιο εργαλείο που απελευθερώνει τους λαούς των πετρελαιοπαραγωγών χωρών αλλά και τους λαούς των χωρών που υποφέρουν από την υπερθέρμανση του πλανήτη και τις υπόλοιπες συνέπειες της οικολογικής κρίσης. Σκόπιμα βέβαια, κάποιοι κύκλοι προτείνουν την πυρηνική ενέργεια ως λύση για φτηνή ηλεκτρική ενέργεια που θα βοηθήσει στη διατήρηση του σύγχρονου τρόπου ζωής. Η λύση αυτή όμως δεν είναι Σοσιαλιστική. Εκτός του ότι το οικονομικό κόστος μεσοπρόθεσμα δεν είναι μικρότερα από άλλες γνωστές πηγές, το κοινωνικό θα είναι πολύ μεγαλύτερο. Η πιθανότητα ατυχήματος και η άμεση συμβολή των αντιδραστήρων στην αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, θα φέρουν πολλαπλάσια καταστροφή που θα την πληρώσουν οι φτωχοί του κόσμου, όπως γίνεται ήδη με όλες τις καταστροφές.
Η χρήση ανανεώσιμων – οικολογικών πηγών ενέργειας απελευθερώνει τους λαούς από διάφορες πολιτικές και οικονομικές εξαρτήσεις που έχουν σαν αφορμή την ενέργεια. Επίσης περιορίζει την κερδοσκοπία καθώς οι πολίτες και οι κοινότητές τους γίνονται σχεδόν αυτόνομες και ελέγχουν την κατανάλωση και το κόστος της. Το κόστος της χρήσης καυσίμων που μολύνουν, το πληρώνουν οι καταναλωτές (ακριβό πετρέλαιο, πρόστιμα στη χώρα για τους ρύπους – τα οποία πληρώνουν τελικά οι πολίτες κλπ). Ο προσανατολισμός των κυβερνήσεων για κατασκευή εργοστασίων λιθάνθρακα, πυρηνικά εργοστάσια, αύξηση της χρήσης ΙΧ και «επένδυση» σε αυτοκινητόδρομους, απαξίωση του σιδηροδρόμου, παρεμπόδιση των ποδηλατών και των πεζών κλπ, διευκολύνει όσους θέλουν να κερδοσκοπούν σε βάρος της τσέπης μας και κυρίως της ποιότητας ζωής μας και της υγείας των παιδιών μας.
Ο Σοσιαλισμός του παρόντος και του μέλλοντος λοιπόν είναι επιτακτικός και πρέπει να έχει σαν βασικά του χαρακτηριστικά:
• την άμεση ανακούφιση των λαών του κόσμου από τα καθημερινά προβλήματα
• την πολιτιστική αναβάθμιση σε κάθε τόπο με διατήρηση και ενίσχυση των ιδιαίτερων στοιχείων και χαρακτηριστικών
• την απρόσκοπτη πρόσβαση όλων στα οφέλη της συλλογικής εξέλιξης της ανθρωπότητας (τεχνολογία, ανέσεις, ιατρικές ανακαλύψεις, προστασία από φυσικούς κινδύνους, μόρφωση, πολιτισμός, διάφορες επιστήμες κλπ)
• τη Λαϊκή Συμμετοχική Άμεση Συλλογική Δημοκρατία σε όλες τις βαθμίδες της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, με παράλληλη εγκατάλειψη κάθε είδους κομματικής γραφειοκρατίας
• την προστασία, αναβάθμιση, αποκατάσταση των οικοσυστημάτων του πλανήτη και της κάθε είδους φυσικής ζωής
• την αναδιανομή του πλούτου, χωρίς γραφειοκρατικές κλπ αγκυλώσεις
• την απόλυτη απελευθέρωση από διακρίσεις απέναντι σε φύλλο, φυλή, καταγωγή, σεξουαλικές – θρησκευτικές – πολιτιστικές επιλογές
• την υιοθέτηση οικονομικών μοντέλων τοπικής, μικρής οικονομίας
• την τοποθέτηση ως προτεραιότητα στη χρηστική, πνευματική και αισθητική αξία, τόσο της παραγωγής, όσο και του τρόπου ζωής, κόντρα στη διαφήμιση και τον καταναλωτισμό