10.000 ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΣΤΗ ΝΙΚΑΙΑ ΖΗΤΟΥΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΖΩΗ.
Η Νίκαια, η Νέα Κοκκινιά της προσφυγιάς, υποδέχθηκε ένα σημαντικό μέρος από τους μετανάστες της περιοχής. Περίπου δέκα χιλιάδες μετανάστες ζουν στη Νίκαια. Παρά το ότι δεν υπάρχουν στην πόλη πολλά εργοστάσια, βιοτεχνίες, εργαστήρια, συνεργεία κλπ, οι μετανάστες «προτιμούν» την περιοχή αυτή κυρίως λόγω των χαμηλών ενοικίων που χρειάζεται να καταβάλουν για τις κατοικίες τους (προσφυγικά).
Αλήθεια είναι πως οι μετανάστες στις γειτονιές, στα σχολεία, στους χώρους δουλειάς, δίνουν ζωή στην – έτσι κι αλλιώς πολυπληθή – πόλη. Βλέποντας όμως συνολικά την προσφορά των μεταναστών στην κοινωνία και την οικονομία, δε μπορούμε να μη παρατηρήσουμε τη συμβολή τους. Τα ασφαλιστικά ταμεία (κυρίως το ΙΚΑ) οφείλουν μεγάλο μέρος των εσόδων τους στην εργασία των μεταναστών. Επιπλέον, αν καταπολεμηθεί και το φαινόμενο της «μαύρης» εργασίας, τα έσοδα θα πολλαπλασιαστούν, λύνοντας πολλά περισσότερα προβλήματα. Ακόμα, κρίσιμοι τομείς της οικονομίας, όπως οι κατασκευές και η γεωργία, στηρίζονται κατά πολύ στην εργασία των μεταναστών καθώς η σταδιακή άνοδος του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου των Ελλήνων, στέρησαν αυτούς τους τομείς από εργατικά χέρια. Αλλά και τα σχολεία και τα γήπεδα γεμίζουν πια από νέους και νέες, παιδιά μεταναστών. Τα παιδιά αυτά μάλιστα, διαπρέπουν τόσο στα γράμματα, όσο και στον αθλητισμό.
Πρόβλημα η έλλειψη προγραμματισμού και κατανομής
Δυστυχώς όμως, παρά τη σημαντική τους προσφορά στην κοινωνία και την οικονομία, δεν αντιμετωπίζονται με την ίδια σημασία και σοβαρότητα από τον κρατικό μηχανισμό. Σημαντικότερο πρόβλημα είναι το ότι δεν υπάρχει προγραμματισμός και καταμερισμός θέσεων εργασίας. Αποτέλεσμα αυτής της έλλειψης οργάνωσης είναι να υπάρχει έλλειψη εργαζόμενων στην επαρχία (κυρίως για τις εποχιακές αγροτικές ή τουριστικές εργασίες) ενώ υπάρχει υπερπροσφορά στα μεγάλα αστικά κέντρα. Έτσι, προβλήματα αντιμετωπίζουν τομείς της οικονομίας στην επαρχία, τη στιγμή που οι μετανάστες παραμένουν άνεργοι στις μεγάλες πόλεις, αυξάνοντας τα κοινωνικά προβλήματα και δυσκολεύοντας ακόμα περισσότερο την ομαλή ένταξή τους στις τοπικές κοινωνίες.
Πρόκληση για τα συνδικάτα.
Η πληθώρα ανέργων μεταναστών στις μεγάλες πόλεις ευνοεί, όπως είναι φυσικό, τη «μαύρη» εργασία. Οι μετανάστες εργάζονται πολλές φορές ανασφάλιστοι και για πολύ λιγότερα χρήματα απ’ ότι οι Έλληνες συνάδελφοί τους. Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι να ζημιώνονται όλοι. Πρώτοι απ’ όλους οι ίδιοι οι μετανάστες. Υπό καθεστώς φόβου, δουλεύουν περισσότερο, για λιγότερα χρήματα και με τον κίνδυνο ατυχήματος χωρίς κάλυψη. Ζημιωμένα βγαίνουν βέβαια και τα ασφαλιστικά ταμεία που χάνουν σημαντικούς πόρους. Οι μόνοι που δε ζημιώνονται είναι οι εργοδότες που κερδίζουν πολλά περισσότερα χάρη στην έλλειψη ελέγχου. Εδώ μπαίνει επιτακτική η ανάγκη για παρέμβαση των συνδικάτων. Ο φόβος και η ανασφάλεια των μεταναστών, τους αποτρέπει από το να συνδικαλίζονται. Έτσι, πέρα από κακοπληρωμένοι και ανασφάλιστοι, μετατρέπονται και σε απεργοσπάστες ενάντια στα συμφέροντα τα δικά τους και των συναδέλφων τους. Τα τοπικά σωματεία λοιπόν, όπως και οι κλαδικές ομοσπονδίες, έχουν κάθε συμφέρον (ταξικό και κλαδικό) να προπαγανδίσουν και να επιδιώξουν την ένταξη σε αυτά, του συνόλου των μεταναστών εργαζομένων.
Ελλιπές και προβληματικό το νομικό πλαίσιο
Προβλήματα αντιμετωπίζουν όμως οι μετανάστες και στη διαδικασία νομιμοποίησής τους. Ελλιπείς αλληλοσυμπληρούμενοι νόμοι και εγκύκλιοι, αντί να λύνουν τα προβλήματα, στην ουσία ταλαιπωρούν ακόμη περισσότερο τους μετανάστες. Η έκδοση άδειας παραμονής και εργασίας καθυστερεί για πολλούς μήνες, δημιουργώντας αλυσιδωτά γραφειοκρατικά προβλήματα τα οποία οδηγούν τον μετανάστη κάποια στιγμή σε αδυναμία ανανέωσης της νόμιμης παραμονής του. Αυτή η διαδικασία εκτός του ότι είναι ψυχοφθόρα, στοιχίζει σε χρόνο αλλά και σε χρήμα καθώς χάνονται και μεροκάματα ενώ σε πολλές περιπτώσεις αυτές οι καθυστερήσεις προκαλούν και απολύσεις. Οι παλινωδίες του κρατικού μηχανισμού ευνοούν με τη σειρά τους κυκλώματα μεσαζόντων που εκμεταλλεύονται την ανάγκη και την αγωνία των μεταναστών, αποσπώντας τους ως και 1.500 ευρώ για τις «δύσκολες» περιπτώσεις. Ακόμα κι αν όλα πάνε καλά όμως, τα χρήματα που χρειάζεται να καταβάλουν οι οικογενειάρχες, είναι πολλά, καθώς πληρώνουν παράβολα εκατοντάδων ευρώ ανά οικογένεια, ποσά δυσβάσταχτα ακόμα και για Έλληνες με σταθερή εργασία.
Συμπεράσματα
Οι μετανάστες, αναγνωρίζεται από διάφορους δημόσιους φορείς (μέσα από σχετικές εκθέσεις) οτι προσφέρουν στην κρατική οικονομία. Αντιμετωπίζονται όμως από το κράτος με προχειρότητα και εισπρακτική νοοτροπία. Η έλλειψη προγραμματισμού και ελέγχου, δημιουργεί ανασφάλεια στους μετανάστες και τις οικογένειές τους ενώ στερεί τη δημόσια οικονομία από πόρους αλλά και από τα οφέλη της εκμετάλλευσης της παραγωγικής προσφοράς τους και των όσων έχουν να προσφέρουν στην κοινωνία. Απαιτείται άμεση καταπολέμηση της «μαύρης» εργασίας και της εκμετάλλευσης των εργαζομένων μεταναστών με παρέμβαση των συνδικαλιστικών και πολιτικών οργανώσεων. Απαιτείται επίσης η προώθηση κοινωνικής πολιτικής για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ομαλής ένταξης και κοινωνικοποίησης όλων των μεταναστών γιατί τελικά …..
Οι μετανάστες δεν είναι πρόβλημα. Έχουν προβλήματα.